προγονολάτρης

προγονολάτρης
ο, Ν
1. αυτός που αγαπά υπερβολικά τους προγόνους του
2. ο προγονόπληκτος
3. αυτός που ασκεί τη λατρεία τών προγόνων αποδίδοντάς τους θρησκευτικές τιμές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόγονος + λάτρης (πρβλ. πατριδο-λάτρης)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • προγονολατρία — Η π., που παρουσιάζεται σε πολιτιστικές εκδηλώσεις εθνολογικού επιπέδου και σε πολλούς πολιτισμούς του παρελθόντος, εκφράζεται με διαφορετικές μορφές, και αρχίζει από μία γενικού χαρακτήρα απονομή τιμών στον νεκρό, φτάνοντας σε μια πραγματική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”